Παρασκευή, 02 Ιουνίου 2023 - Αθήνα: 24,24 C Weather icon (αραιές νεφώσεις)

Φρ. Κουτεντάκης: «Το σενάριο που έβλεπε απόκτηση επενδυτικής βαθμίδας στο α΄ εξάμηνο του 2023 έχει απομακρυνθεί»


Ο Συντονιστής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή λέει σε συνέντευξή του στη «Ναυτεμπορική» γιατί θα πρέπει να αποφεύγονται τα οριζόντια μέτρα, υπογραμμίζει την ανάγκη επιστροφής στη δημοσιονομική ισορροπία, ενώ για τα 30 δισ. ευρώ μέτρα της πανδημίας λέει ότι δεν χαρακτηρίζονταν από ιδιαίτερη αυστηρότητα και διαφάνεια

Το κρισιμότερο θέμα που θα αντιμετωπίσουμε είναι η ενέργεια και «δεν αρκεί να ανησυχούμε μόνο για τον ερχόμενο χειμώνα, αλλά και για τους επόμενους καθώς αφορά τόσο το κόστος διαβίωσης των νοικοκυριών όσο και το κόστος παραγωγής των επιχειρήσεων», τονίζει σε συνέντευξή του στην «Ναυτεμπορική» ο Φραγκίσκος Κουτεντάκης, Συντονιστής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή. 

 

«Το πρόβλημα δεν είναι απλά συγκυριακό και πρέπει να σκεφτόμαστε μακροπρόθεσμα σε δύο κατευθύνσεις: αφενός τη μείωση της κατανάλωσης και αφετέρου την επένδυση στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας», σημειώνει ο κ. Κουτεντάκης.

 

Ερωτηθείς για τα κυβερνητικά μέτρα και το πακέτο 1,9 δισ. ευρώ για την αύξηση των επιδοτήσεων στο ηλεκτρικό, ο Συντονιστής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, αφού εκτιμά πώς «θα πρέπει να αποφεύγονται τα οριζόντια μέτρα γιατί δημιουργούν στρεβλώσεις», τονίζει: «Με το νέο σύστημα που ισχύει από τον Ιούλιο, το κράτος αποσπά ένα μέρος των κερδών (των παραγωγών) στη χονδρική αγορά ρεύματος και το επιστρέφει στη λιανική αγορά ρεύματος ώστε να μειωθούν οι τιμές που πληρώνουν οι καταναλωτές. Το σύστημα είναι σωστό, επί της αρχής, ωστόσο δεν φαίνεται να επαρκεί για την πλήρη κάλυψη του κόστους με συνέπεια να επιβαρύνεται και ο κρατικός προϋπολογισμός, δηλαδή οι φορολογούμενοι… Για να περιοριστούν οι δημοσιονομικές επιπτώσεις θα πρέπει είτε να μειωθούν περισσότερο τα κέρδη των παραγωγών με την επιβολή χαμηλότερου πλαφόν στις χονδρικές τιμές, είτε να επιβαρυνθούν περισσότερο οι καταναλωτές με μείωση της επιδότησης στη λιανική τιμή του ρεύματος».

 

Στην ερώτηση ότι οι επιδοτήσεις στο ρεύμα δεν δίνονται με εισοδηματικά κριτήρια, γεγονός που σημαίνει ότι ένας πλούσιος πολίτης που πρέπει να θερμάνει την πισίνα του για τον χειμώνα, λαμβάνει την ίδια επιδότηση με ένα νοικοκυριό που διαμένει σε ένα δυάρι στο Περιστέρι, ο κ. Κουτεντάκης απαντάει: «Όπως έχουμε τονίσει, θα πρέπει να αποφεύγονται τα οριζόντια μέτρα γιατί δημιουργούν στρεβλώσεις. Στο παράδειγμά σας, ο πρώτος (με την πισίνα) λαμβάνει υψηλότερη επιδότηση αφού καταναλώνει περισσότερο ρεύμα από τον δεύτερο (στο Περιστέρι). Πρέπει όμως να σημειωθεί ότι αφενός είναι αρκετά δύσκολη η διασταύρωση των λογαριασμών ρεύματος με φορολογικά στοιχεία και αφετέρου το δημοσιονομικό όφελος από ένα τέτοιο εγχείρημα είναι αμφίβολο. Πρέπει ακόμα να ληφθεί υπόψη ότι πάνω από το 60% της κατανάλωσης ρεύματος γίνεται από επιχειρήσεις στις οποίες δεν μπορούν να εφαρμοστούν εισοδηματικά κριτήρια με τον ίδιο τρόπο που εφαρμόζονται στα νοικοκυριά».

 

Ο κ. Κουτεντάκης υπογραμμίζει την ανάγκη επιστροφής «στη  δημοσιονομική ισορροπία που κάναμε τεράστιες θυσίες για να επιτύχουμε. Τώρα για το πώς μπορεί να επιτευχθεί αυτό, οι τρόποι είναι δεδομένοι: αύξηση των εσόδων και μείωση των δαπανών. Αυτό, βέβαια, χωράει πολύ συζήτηση. Γενικά μιλώντας, θα έλεγα ότι στα μεν έσοδα  θα πρέπει να αυξηθεί η άμεση φορολογία (που είναι από τις χαμηλότερες στην Ε.Ε.) έναντι της έμμεσης (που είναι από τις υψηλότερες στην Ε.Ε.) και στις δε δαπάνες να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση της σκοπιμότητάς τους και να τεθούν αυστηρά και σαφή κριτήρια».

 

Στο ερώτημα τέλος πότε η χώρα θα αποκτήσει επενδυτική βαθμίδα,ο κ. Κουτεντάκης εκτιμά ότι «με τα σημερινά δεδομένα, εγχώρια και διεθνή, φαίνεται ότι το αισιόδοξο σενάριο που έβλεπε την απόκτηση της επενδυτικής βαθμίδας στο πρώτο εξάμηνο του επόμενου έτους έχει απομακρυνθεί».

 

Τέλος επικρίνει τις οικονομικές παρεμβάσεις στην πανδημία: «Όπως έχουμε γράψει στις εκθέσεις του Γραφείου Προϋπολογισμού, στη διετία της πανδημίας 2020-21 υπήρξε μια δημοσιονομική επιβάρυνση της τάξης των 30 δισ. ευρώ με μέτρα που δεν χαρακτηρίζονταν από ιδιαίτερη αυστηρότητα και διαφάνεια. Από το 2020 είχαμε τονίσει ότι οι δημοσιονομικές παρεμβάσεις θα είχαν ισχυρότερη επίδραση στο ΑΕΠ αν κατευθύνονταν σε δημόσιες επενδύσεις στην υγεία, στην εκπαίδευση και στις συγκοινωνίες αντί για μεταβιβάσεις και φοροαπαλλαγές».