Ελλάδα

Το Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη από τον Μεσοπόλεμο έως σήμερα

Financialreport.gr

Ένας συμβολικός κρίκος ανάμεσα στον πόλεμο και τη συλλογική μνήμη

Ο Άγνωστος Στρατιώτης είναι από τα πιο αναγνωρίσιμα μνημεία της σύγχρονης Ελλάδας. Ένας τόπος μνήμης και δημόσιου στοχασμού πάνω στη θυσία, την ταυτότητα και τον διάλογο παρελθόντος–παρόντος. Συμβολίζει όλους όσοι έπεσαν στους πολέμους χωρίς να ταυτοποιηθούν – τους «αφανούς» νεκρούς που, ακριβώς επειδή δεν έχουν όνομα, εκπροσωπούν τους πάντες.

Η ιδέα δεν γεννήθηκε εν κενώ. Μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο πολλά ευρωπαϊκά κράτη καθιέρωσαν μνημεία αγνώστων στρατιωτών· χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι το Λονδίνο (Westminster Abbey) και το Παρίσι (Κάτω από την Αψίδα του Θριάμβου), αμφότερα το 1920. Στην Ελλάδα, η πρώτη μνημειακή χειρονομία προς έναν «Άγνωστο του 1821» έγινε ήδη στις 16 Ιανουαρίου 1858 από τον Δήμο Ερμούπολης Σύρου, δείχνοντας πόσο νωρίς η ελληνική κοινωνία αναζήτησε τρόπους συλλογικής μνήμης.

Το αθηναϊκό μνημείο αποφασίστηκε τον Μεσοπόλεμο. Η δικτατορία του Θεόδωρου Πάγκαλου προκήρυξε, με απόφαση του τότε υπουργού Στρατιωτικών (3 Μαρτίου 1926), καλλιτεχνικό διαγωνισμό «διά την υποβολήν μελέτης ανεγέρσεως τάφου Αγνώστου Στρατιώτου» μπροστά από τα Παλαιά Ανάκτορα. Στις 9 Οκτωβρίου 1926 βραβεύτηκε η μελέτη του αρχιτέκτονα Εμμανουήλ (Μανώλη) Λαζαρίδη, ο οποίος πρότεινε τη σημερινή θέση, στο αναλημματικό μέτωπο των Παλαιών Ανακτόρων, της σημερινής Βουλής. Παρά τις έντονες πολιτικές ενστάσεις, ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ως πρωθυπουργός, το 1929 επικύρωσε την αρχική χωροθέτηση στην Πλατεία Ανακτόρων (Συντάγματος), θεωρώντας πως το μνημείο όφειλε να βρίσκεται στον αστικό πυρήνα, αντίστοιχα με το γαλλικό πρότυπο.

Ο Λαζαρίδης, που είχε την ευθύνη της κατασκευής, συνεργάστηκε αρχικά με τον γλύπτη Θωμά Θωμόπουλο. Η πρότασή του, μια γιγαντομαχία με αγγελική μορφή, Ελλάδα που παραλαμβάνει τον νεκρό. Τελικά δεν προχώρησε λόγω ασυμφωνίας. Το 1930, με ομόφωνη απόφαση της επιτροπής, τον διαδέχθηκε ο γλύπτης Φωκίων Ροκ, ο οποίος πρότεινε ένα λιτό, σχεδόν αρχαΐζον κεντρικό ανάγλυφο: έναν οπλίτη «ἐκτάδην κείμενον», ξαπλωμένο σε ηρεμία. Η επιλογή χαρακτήρισε όλη τη σύνθεση με απλότητα και αξιοπρέπεια. Συμπληρωματικές καλλιτεχνικές παρεμβάσεις έκανε ο καθηγητής γλυπτικής Κωνσταντίνος Δημητριάδης.

Αρχιτεκτονικά, πρόκειται για κενοτάφιο της δεκαετίας του 1930 με σαφή αστική στόχευση: να «δέσει» με τα νεοκλασικά Ανάκτορα και να αναπλάσει τον χώρο της Πλατείας Συντάγματος, σε ένα ύφος που συνδυάζει τη γαλλική πολεοδομική παράδοση και τον κλασικισμό με το μοντέρνο πνεύμα της Αρ Ντεκό. Για να διαμορφωθεί το μέτωπο πραγματοποιήθηκαν εκτεταμένες εκσκαφές και ισοπεδώσεις, ενώ οι δυσκολίες επεξεργασίας του πωρόλιθου, σε συνδυασμό με την έλευση ειδικευμένων τεχνιτών από τη Γαλλία, αύξησαν κόστος και χρόνους, προκαλώντας τότε δημόσια συζήτηση.

Στο κέντρο, πάνω από την επιγραφή «ΕΙΣ ΑΦΑΝΗ ΣΤΡΑΤΙΩΤΗ», δεσπόζει ο ξαπλωμένος οπλίτης. Δεξιά και αριστερά έχουν χαραχθεί δύο φράσεις από τον Θουκυδίδη, που λειτουργούν σαν ιδρυτικές προτάσεις της μνήμης: «ΜΙΑ ΚΛΙΝΗ ΚΕΝΗ ΦΕΡΕΤΑΙ ΕΣΤΡΩΜΕΝΗ ΤΩΝ ΑΦΑΝΩΝ» (2.34) και «ΑΝΔΡΩΝ ΕΠΙΦΑΝΩΝ ΠΑΣΑ ΓΗ ΤΑΦΟΣ» (2.43). Το περιμετρικό αναλημματικό έργο φέρει, ανά ενότητες και σε πελεκημένους πωρόλιθους, τα ονόματα πεδίων μαχών όπου πολέμησε ο ελληνικός στρατός: αριστερά του μνημείου του Α΄ Βαλκανικού, στο κεντρικό τμήμα του Β΄ Βαλκανικού και της Μικρασιατικής Εκστρατείας, και δεξιά του Α΄ Παγκοσμίου και των επιχειρήσεων στη Ρωσία. Μετά το 1944 προστέθηκαν τοπωνύμια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και, αργότερα, της Κορέας. Το 1994, με απόφαση της Βουλής, εντάχθηκε η «Κύπρος». Το 2015 προστέθηκαν «Αιγαίο», «Ιόνιο», «Μεσόγειος» και «Ατλαντικός», ως φόρος τιμής στον άγνωστο Έλληνα ναύτη και στις θυσίες του Εμπορικού Ναυτικού στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Τα αποκαλυπτήρια έγιναν στις 25 Μαρτίου 1932, σε εορταστικό πλαίσιο με διεθνείς αντιπροσωπείες. Την ίδια μέρα μεταφέρθηκε φως από την Αγία Λαύρα για την αφή της ακοίμητης καντήλας στο μέσο του κενοταφίου – μια τελετουργική γέφυρα ανάμεσα στο 1821 και τη σύγχρονη πολιτειακή μνήμη.

Τη συνεχή τιμητική φύλαξη έχει η Προεδρική Φρουρά (ιστορικά: Φρουρά Μνημείου, κατόπιν Βασιλική Φρουρά και από το 1973 με την τρέχουσα ονομασία). Η ωριαία αλλαγή φρουράς, και ιδίως η «Μεγάλη Αλλαγή» της Κυριακής στις 11:00, έχουν καταστεί ζωντανό τελετουργικό της πόλης. Στον ίδιο χώρο τελούνται οι καταθέσεις στεφάνων από αρχηγούς κρατών και οι κεντρικές τελετές των εθνικών επετείων (25 Μαρτίου, 28 Οκτωβρίου).

Συνολικά, ο Άγνωστος Στρατιώτης δεν είναι μόνο μνημείο· είναι ένας «συμβολικός κρίκος» που ενώνει την εμπειρία των πολέμων με τη συλλογική μνήμη. Από την πρώιμη προσπάθεια της Ερμούπολης (1858) μέχρι τις νεότερες προσθήκες τοπωνυμίων, αποτυπώνει τον διαρκή αγώνα μιας κοινωνίας να τιμήσει τους νεκρούς της, να διδαχθεί από την ιστορία και να διατηρήσει μια δημόσια, νηφάλια σχέση με τη θυσία και το κράτος δικαίου.

googlenews

Ακολουθήστε το financialreport.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

close menu