Ο πληθωρισμός προβλέπεται να μειωθεί μέτρια και να κυμανθεί κατά μέσο όρο στο 2,8% το 2025 και στο 2,3% το 2026
Η ελληνική οικονομία προβλέπεται να παραμείνει ανθεκτική, παρά τους εξωτερικούς αντίθετους ανέμους και τις παγκόσμιες αβεβαιότητες υποστηρίζει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην έκθεσή της με τις Εαρινές Οικονομικές Προβλέψεις 2025 και στο πλαίσιο της μεταμνημονιακής εποπτείας της χώρας.
Το ΑΕΠ της Ελλάδας αυξήθηκε κατά 2,3% το 2024, ταχύτερα από τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ. Σύμφωνα με τις Εαρινές Οικονομικές Προβλέψεις 2025 της Επιτροπής, η πραγματική αύξηση του ΑΕΠ προβλέπεται να κινηθεί σε παρόμοιο ρυθμό με το 2024, δηλαδή 2,3% το 2025 και 2,2% το 2026.
Η ανάπτυξη θα τροφοδοτείται από επενδύσεις χρηματοδοτούμενες από την ΕΕ και από την ιδιωτική κατανάλωση, η οποία ενισχύεται από την ισχυρή αύξηση των εισοδημάτων. Ωστόσο, η έντονη επενδυτική δραστηριότητα και η καταναλωτική ζήτηση αναμένεται να διατηρήσουν τις εισαγωγές σε υψηλά επίπεδα ενώ οι καθαρές εξαγωγές προβλέπεται να συνεχίσουν να επιβαρύνουν την ανάπτυξη, υποδηλώνοντας σημαντικό έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών, παρόμοιο με το 2024 (6,4%).
Ο πληθωρισμός προβλέπεται να μειωθεί μόνο μέτρια και να κυμανθεί κατά μέσο όρο στο 2,8% το 2025 και στο 2,3% το 2026, καθώς οι συνθήκες στενότητας στην αγορά εργασίας και οι αυξήσεις του κατώτατου μισθού ασκούν ανοδική πίεση στις τιμές καταναλωτή.
Η απασχόληση προβλέπεται να αυξηθεί περαιτέρω, όμως δομικές προκλήσεις – όπως η χαμηλή συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό και τα ελλείμματα δεξιοτήτων – περιορίζουν τον ρυθμό δημιουργίας θέσεων εργασίας. Χάρη στους περιορισμένους άμεσους εμπορικούς δεσμούς με τις ΗΠΑ, οι αμερικανικοί δασμοί αναμένεται να έχουν μόνο μέτριο άμεσο αντίκτυπο στην ελληνική οικονομία. Ωστόσο, μια επίμονη αύξηση της μεταβλητότητας στις χρηματοπιστωτικές αγορές, της εμπορικής πολιτικής και των γεωπολιτικών αβεβαιοτήτων μπορεί να έχει σημαντικό έμμεσο αντίκτυπο στις ελληνικές εξαγωγές – ιδιαίτερα στον τουρισμό – και στην ευρύτερη οικονομία, σημειώνει η έκθεση.
Το 2024, το δημοσιονομικό ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης της Ελλάδας ήταν θετικό, υπερβαίνοντας τις προβλέψεις. Η Ελλάδα κατέγραψε πλεόνασμα γενικής κυβέρνησης 1,3% του ΑΕΠ, σημαντικά καλύτερο από την Φθινοπωρινή Πρόβλεψη της Επιτροπής για έλλειμμα 0,6%.
Αυτή η υπεραπόδοση οφείλεται κυρίως σε ισχυρότερα από τα αναμενόμενα έσοδα από άμεσους φόρους και εισφορές κοινωνικής ασφάλισης, στον συγκρατημένο ρυθμό αύξησης των δαπανών, αλλά και σε διαρθρωτικά μέτρα κατά της φοροδιαφυγής.
Αυτά τα οφέλη προβλέπεται να διατηρηθούν και να ενισχυθούν με περαιτέρω διαρθρωτικά μέτρα, κυρίως την επέκταση της ψηφιακής κάρτας εργασίας – με στόχο τη μείωση της αδήλωτης εργασίας – στους κλάδους της εστίασης και του τουρισμού, καθώς και την αύξηση των τελών της τοπικής αυτοδιοίκησης, αντισταθμίζοντας το κόστος των επεκτατικών μέτρων όπως οι αυξήσεις μισθών στο δημόσιο και η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών.
Η Εαρινή Πρόβλεψη 2025 της Επιτροπής αναμένει ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα φτάσει το 3,8% του ΑΕΠ το 2025 και θα αυξηθεί στο 4,4% το 2026, λαμβάνοντας ήδη υπόψη το νέο πακέτο παροχών ύψους €1,1 δισ.
Το πακέτο περιλαμβάνει την επιστροφή ενός μηνιαίου ενοικίου για νοικοκυριά χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος, την εισαγωγή μόνιμου επιδόματος €250 για συνταξιούχους, ανασφάλιστους ηλικιωμένους και άτομα με αναπηρία, καθώς και ετήσια αύξηση €500 εκατ. στο εθνικό πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων.
Κίνδυνοι για τη δημοσιονομική πορεία προκύπτουν από εκκρεμείς νομικές υποθέσεις – κυρίως όσες αφορούν την Εταιρεία Ακινήτων Δημοσίου – και από την πίεση για αυξημένες δαπάνες μετά το θετικό αποτέλεσμα του 2024. Θετικά, οι κυβερνητικές προσπάθειες κατά της φοροδιαφυγής και της αδήλωτης εργασίας ενδέχεται να ενισχύσουν περαιτέρω τα δημόσια έσοδα.
Οι τράπεζες
Η υψηλή κερδοφορία αύξησε την ανθεκτικότητα του τραπεζικού τομέα. Καθοδηγούμενα από ισχυρά καθαρά έσοδα τόκων και προμηθειών, τα κέρδη των τραπεζών το 2024 ξεπέρασαν τα ήδη πολύ καλά αποτελέσματα του 2023.
Αυτό επέτρεψε στις τράπεζες να βελτιώσουν τους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας μέσω οργανικής δημιουργίας κεφαλαίων, παρά την αύξηση των μερισμάτων και τις εξαγορές. Η κερδοφορία προβλέπεται να μειωθεί λόγω της πτώσης των επιτοκίων, αλλά εν μέρει να αντισταθμιστεί από την αύξηση του όγκου δανείων και των μη επιτοκιακών εσόδων.
Οι τράπεζες έχουν καλύψει τις ελάχιστες απαιτήσεις κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων και έχουν αποπληρώσει τα στοχευμένα μακροπρόθεσμα δάνεια αναχρηματοδότησης.
Παρά το ότι τα κεφαλαιακά αποθέματα βρίσκονται άνω των εποπτικών απαιτήσεων, η ποιότητα του κεφαλαίου παραμένει χαμηλή, καθώς οι αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις (DTC) αποτελούσαν το 41% των εποπτικών ιδίων κεφαλαίων τον Ιούνιο 2024 (από 44% τον Δεκέμβριο 2023). Οι DTC δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ελεύθερα για απορρόφηση κινδύνου ή διανομή μερισμάτων. Και οι τέσσερις συστημικές τράπεζες ανακοίνωσαν σχέδια πλήρους απόσβεσης των DTC έως το 2033, οκτώ έτη πριν την νομική προθεσμία.
Τα κόκκινα δάνεια
Ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPL) μειώθηκε περαιτέρω, αλλά η εκκαθάριση του παλαιού χρέους παραμένει αργή. Ο δείκτης NPL μειώθηκε από 6,9% τον Ιούνιο 2024 σε 3,8% τον Δεκέμβριο 2024, κυρίως λόγω πρόσθετων τιτλοποιήσεων στο πλαίσιο του προγράμματος «Ηρακλής» (HAPS). Οι τράπεζες σκοπεύουν να εστιάσουν σε οργανικές δράσεις, διατηρώντας τις ανόργανες ενέργειες περιορισμένες. Το μεγαλύτερο μέρος των NPL μεταφέρθηκε σε διαχειριστές πιστώσεων που κατείχαν €74,8 δισ. τον Δεκέμβριο 2024 (έναντι €69,4 δισ. το 2023), κυρίως μη εξυπηρετούμενες.
Πολλά χαρτοφυλάκια εξακολουθούν να υποαποδίδουν λόγω χαμηλών εισπράξεων από ρευστοποιήσεις εγγυήσεων και δικαστικών εμποδίων, επισημαίνει η Επιτροπή.
Οι αναδιαρθρώσεις μέσω της εξωδικαστικής πλατφόρμας αυξήθηκαν, και από τον Απρίλιο 2025 θεσπίστηκε νέα κατηγορία «επιλέξιμων οφειλετών», ενισχύοντας τη διαδικασία. Η δημιουργία του φορέα επαναμίσθωσης (SLBO) αναμένεται να ολοκληρωθεί στο γ’ τρίμηνο 2025. Επίσης, προγραμματίζονται τροποποιήσεις στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας για βελτίωση της δικαστικής αποτελεσματικότητας.
Τα χρέη του Δημοσίου
Έως τον Δεκέμβριο 2024, τα καθαρά ληξιπρόθεσμα του δημοσίου προς την αγορά μειώθηκαν σημαντικά. Οι καθυστερήσεις μειώθηκαν κατά €244 εκατ. στα €461 εκατ. από τον Ιούλιο 2024, με τις οφειλές των νοσοκομείων να μειώνονται κατά 50% χάρη στην Κεντρική Αρχή Προμηθειών Υγείας (ΕΚΑΠΥ) και τις καλύτερες επιχορηγήσεις.
Τα κύρια ληξιπρόθεσμα σε ότι αφορά εκκρεμείς συντάξεις έχουν σχεδόν εκκαθαριστεί, όμως η διαδικασία για τα εφάπαξ παραμένει αργή, λόγω παλαιών ασφαλιστικών ταμείων που απαιτούν χειροκίνητη επεξεργασία. Προόδους σημειώνουν και τα εκτός προϋπολογισμού ταμεία, ιδίως οι συγκοινωνίες. Ωστόσο, οι επίμονες καθυστερήσεις σε πολλούς δήμους, παρά την αυξημένη χρηματοδότηση, υποδηλώνουν προβλήματα τοπικής διοίκησης.
Το Υπερταμείο
Η συγχώνευση του ΤΑΙΠΕΔ και του ΤΧΣ στον Υπερταμείο (ΕΕΣΥΠ) ολοκληρώθηκε επιτυχώς, συνεχίζει η έκθεση. Η νέα ΕΕΣΥΠ ενσωματώνει λειτουργικά σχέδια για 2025-2027 και προχωρά στη δημιουργία νέου Αναπτυξιακού Επενδυτικού Ταμείου, με έναρξη στα μέσα 2025. Τα οικονομικά αποτελέσματα των θυγατρικών (ΕΛΤΑ, ΟΑΣΑ, ΕΤΑΔ) έχουν βελτιωθεί. Η ΕΤΑΔ προχωρά στην αξιολόγηση 36.000 ακινήτων για εμπορική εκμετάλλευση. Οι ιδιωτικοποιήσεις προχωρούν με εξαίρεση τη σύμβαση για την Εγνατία Οδό (μετατέθηκε για τέλος 2025) και τον διαγωνισμό του λιμένα Βόλου, ο οποίος ακυρώθηκε.
Το χρέος
Οι χρηματοδοτικές ανάγκες του ελληνικού δημοσίου προβλέπεται να παραμείνουν μέτριες. Με την πρόωρη μερική εξόφληση των δανείων του πρώτου μνημονίου (GLF) το 2023 και 2024, μεταφέρθηκαν μπροστά €13,2 δισ. μειώνοντας τις χρηματοδοτικές ανάγκες ανάγκες.
Με τις προβλεπόμενες αυξημένες δημοσιονομικές επιδόσεις και χαμηλές αποπληρωμές, οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες παραμένουν κάτω από το 10% του ΑΕΠ για 2025 και 2026. Το ταμειακό απόθεμα ανερχόταν σε €36,3 δισ. στο τέλος του 2024 (15,3% του ΑΕΠ).
Η διαχείριση χρέους στοχεύει στη μείωση των μεσοπρόθεσμων αναγκών, και επωφελείται από το θετικό κλίμα από τις αγορές. Έως τις αρχές 2025, η Ελλάδα είχε ανακτήσει την επενδυτική βαθμίδα από όλους τους κύριους οίκους αξιολόγησης. Η χώρα χρησιμοποιεί εκδόσεις μακροπρόθεσμων ομολόγων και ανταλλαγές για περιορισμό των κινδύνων αναχρηματοδότησης, με μέση υπολειπόμενη διάρκεια χρέους τα 20 έτη.
Οι εκδόσεις εντόκων γραμματίων συνεχίζονται σε μειούμενο ρυθμό. Στο α’ τετράμηνο 2025, συγκεντρώθηκαν €7,45 δισ. μέσω ομολόγων, καλύπτοντας σχεδόν το ετήσιο σχέδιο. Οι εκδόσεις υπερκαλύφθηκαν και τα spreads των 10ετών τίτλων ήταν σε πτωτική πορεία (80 μονάδες βάσης τον Μάρτιο 2025). Το επιτόκιο αναχρηματοδότησης έπεσε στο 3,2% (10ετή διάρκεια) τον Φεβρουάριο 2025.
Το Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό και Διαρθρωτικό Σχέδιο (MTFSP) της Ελλάδας για το 2024 στοχεύει στη συνεχή μείωση του χρέους. Παρουσιάστηκε στις 7 Οκτωβρίου 2024 και δεσμεύεται για μέση αύξηση καθαρών δαπανών 3,1% το 2025-2028. Το δημόσιο χρέος προβλέπεται να μειωθεί από 153,7% του ΑΕΠ το 2024 σε 133,4% ως το 2028. Η πρώτη Ετήσια Έκθεση Προόδου υποβλήθηκε τον Απρίλιο 2025.
Η Ελλάδα διατηρεί ικανότητα εξυπηρέτησης χρέους, σημειώνει η Επιτροπή. Ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ μειώθηκε κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες στο 153,6% το 2024 και προβλέπεται να πέσει στο 140,6% το 2026.
Σύμφωνα με την ανάλυση βιωσιμότητας της Επιτροπής, η Ελλάδα αντιμετωπίζει χαμηλούς κινδύνους βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, αλλά μεσοπρόθεσμοι κίνδυνοι παραμένουν υψηλοί λόγω ευαισθησίας στην ανάπτυξη και στο κόστος δανεισμού. Τα δάνεια του ΔΝΤ εξοφλήθηκαν το 2022.
Η αποπληρωμή του GLF ξεκίνησε το 2020, του EFSF το 2023, ενώ του ESM θα αρχίσει το 2034. Με περιορισμένες ανάγκες αναχρηματοδότησης, υψηλό ταμειακό απόθεμα και περιορισμένη ευαισθησία στα επιτόκια, η Ελλάδα αναμένεται να διατηρήσει την ικανότητα εξυπηρέτησης του χρέους της βραχυπρόθεσμα.
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ:
- Και ξαφνικά ο Τραμπ ανακοίνωσε κατάπαυση του πυρός μεταξύ Ισραήλ και Ιράν
- Ιδιωτική εκπαίδευση: Αύξηση των μαθητών, αύξηση των επενδύσεων
- Σκλαβενίτης: Αυτό είναι το σχέδιο για την μεταμόρφωση του πρώην εργοστασίου Πίτσος σε πολυχώρο
- Από τη West SA στην Έψα: Ποιος είναι ο νέος CEO της Έψα, Bαγγέλης Καλαμπόκας
- Το Κατάρ είχε προειδοποιήσει ότι μπορεί να μείνει χωρίς νερό ο Κόλπος αν πληγεί το Ιράν
- Ανησυχούν οι Αμερικανοί, πέφτει η δημοτικότητα του Τραμπ
- O Μεντβέντεφ απειλεί με πυρηνικά, ο Τράμπ απαντά, λέγοντας ότι το αφεντικό είναι ο Πούτιν
- O Μακρόν μιλάει για φαύλο κύκλο του χάους
Ακολουθήστε το financialreport.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις