Δια Χειρός

Ελληνο – Λιβυκή κρίση και ο ρόλος της Τουρκίας: Ανάγκη για στρατηγική επαναπροσέγγισης

Financialreport.gr

του Δρ. Κωνσταντίνου Π. Μπαλωμένου*

Η πρόσφατη υπογραφή Μνημονίου Συνεργασίας μεταξύ της Εθνικής Εταιρείας Πετρελαίου της Λιβύης (NOC) και της τουρκικής ΤΡΑΟ, ως αντίδραση στην ελληνική διεθνή πρόσκληση για έρευνες νότια της Κρήτης, αναζωπύρωσε τη διπλωματική ένταση ανάμεσα στην Ελλάδα και τη Λιβύη και ανέδειξε το βαθμό επιρροής της Τουρκίας στη Λιβύη. Για να κατανοηθεί όμως το σημερινό αδιέξοδο, αξίζει να επισημανθεί,  ότι η Ελλάδα είχε την ευκαιρία να συνάψει συμφωνία ΑΟΖ με τη Λιβύη ήδη από το 2010, αλλά η ευκαιρία χάθηκε.
Μετά την πτώση του Καντάφι, η Λιβύη εισήλθε σε μια παρατεταμένη περίοδο αστάθειας και σταδιακής κατάρρευσης των κρατικών δομών, καταλήγοντας να αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτυχημένου κράτους (failed state).
Ειδικότερα, η χώρα έως σήμερα παρουσιάζει σοβαρή θεσμική διάβρωση, έλλειψη κεντρικού ελέγχου σε μεγάλο μέρος της επικράτειας και συνεχιζόμενες εμφύλιες συγκρούσεις, ενώ από το 2014 διχοτομήθηκε, με δύο ανταγωνιστικά κέντρα εξουσίας: την αναγνωρισμένη από τον ΟΗΕ Κυβέρνηση Εθνικής Συμφωνίας (GNA) στην Τρίπολη και τις δυνάμεις του Στρατάρχη Χαλίφα Χαφτάρ στην Ανατολική Λιβύη.

Η Άγκυρα αξιοποίησε μεθοδικά το κενό εξουσίας, εξασφάλισε στρατιωτική παρουσία και υπέγραψε το Τουρκο-Λιβυκό Μνημόνιο το 2019, οικοδομώντας ένα στρατηγικό προγεφύρωμα στη Δυτική Λιβύη. Ειδικότερα, η Άγκυρα εγκατέστησε στρατιωτικές βάσεις, ανέπτυξε κρίσιμες υποδομές ελέγχου των παράκτιων περιοχών και ενίσχυσε τη γεωοικονομική της επιρροή μέσω έργων ανοικοδόμησης και επενδύσεων.

Την ίδια στιγμή, η Ελλάδα παρέμεινε ουσιαστικά απούσα. Από το 2011 έως το 2019, δεν αναπτύχθηκε καμία ουσιαστική στρατηγική εμπλοκής με τις αντιμαχόμενες πλευρές στη Λιβύη. Η ελληνική πρεσβεία στην Τρίπολη από το 2011 υπολειτουργούσε και τον Ιούλιο του 2014 έκλεισε οριστικά χωρίς να υπάρξει καμία πολιτική πρωτοβουλία για επιστροφή ή αναβάθμιση της ελληνικής παρουσίας, σε αντίθεση με την κινητικότητα της Άγκυρας.

Τελικά, όσοι σήμερα ασκούν ανέξοδη και εκ των υστέρων κριτική στη στρατηγική της Ελλάδας στη Λιβύη (χωρίς επίγνωση της πολυπλοκότητας του πεδίου και χωρίς επαρκή κατανόηση των επιχειρησιακών και γεωπολιτικών παραμέτρων της κρίσης), οφείλουν να απαντήσουν στα εξής κρίσιμα ερωτήματα:

  1. Πού βρίσκονταν όλοι αυτοί όταν η Τουρκία, μεθοδικά και με μακροπρόθεσμο σχεδιασμό, ενίσχυε την παρουσία της στο λιβυκό έδαφος; Μήπως τότε σιωπούσαν ή αδιαφορούσαν;
  2. Ποιος ευθύνεται για την οκταετή διπλωματική απουσία της Ελλάδας από τη Λιβύη;
  3. Δεν φέρουν καμία ευθύνη για το γεγονός ότι, για χρόνια, η Ελλάδα άφησε ελεύθερο χώρο σε άλλες δυνάμεις να εδραιώσουν την επιρροή τους;

Πριν προβούν σε εύκολες καταγγελίες, μήπως θα όφειλαν πρώτα να αναλογιστούν τις συνέπειες της δικής τους στρατηγικής αδράνειας και να λογοδοτήσουν γι’ αυτήν;

Παρά ταύτα, από το 2019 και εξής, η εξωτερική πολιτική της Ελλάδας στη Λιβύη έχει μεταστραφεί. Επανιδρύθηκε η Πρεσβεία στην Τρίπολη, διατηρούνται δίαυλοι με Ανατολή και Δύση, ενισχύθηκε η παρουσία σε Ε.Ε. και NATO, ενώ αποτράπηκαν παράνομες τουρκικές γεωτρήσεις. Παράλληλα, η Ελλάδα συμμετέχει ενεργά στην Ευρωπαϊκή Επιχείρηση «ΕΙΡΗΝΗ», εκπαιδεύει Λίβυους λιμενικούς και ασκεί θεσμική πίεση προς τους ευρωπαϊκούς εταίρους για τη μη αναγνώριση του Τουρκο-Λιβυκού Μνημονίου.

Ανεξάρτητα όμως, από την εν λόγω σημαντική προσπάθεια αναβάθμισης και εδραίωσης της ελληνικής παρουσίας στην περιοχή υπό τον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, οφείλω να ομολογήσω, ότι στη διαχείριση του Τουρκο-Λιβυκού Μνημονίου υπήρξαν λανθασμένοι χειρισμοί, όπως πρόσφατα παραδέχτηκε και ο Υπουργός Υγείας, κ. Άδωνης Γεωργιάδης.

Μέσα σε αυτό το σύνθετο και απρόβλεπτο περιβάλλον, καθίσταται αναγκαίο να προχωρήσουμε σε ορισμένες επισημάνσεις που ανταποκρίνονται στις πρόσφατες εξελίξεις. Ταυτόχρονα, μπορούν να φανούν χρήσιμες τόσο σε όσους ασχολούνται με τον σχεδιασμό και την υλοποίηση της εξωτερικής μας πολιτικής, όσο και σε εκείνους που επιμένουν να την αναλύουν με όρους περασμένων δεκαετιών.

1η Επισήμανση: Η Λιβύη είναι πλέον προτεκτοράτο της Τουρκίας.
Η Τρίπολη λειτουργεί de facto ως εξαρτώμενη από την Άγκυρα – στρατιωτικά, πολιτικά και οικονομικά. Η Ελλάδα δεν διαχειρίζεται πλέον μια διμερή σχέση, αλλά έρχεται αντιμέτωπη με την Τουρκία ως θεσμικό εγγυητή της λιβυκής κυβέρνησης.

2η Επισήμανση: Η τουρκική επιθετικότητα αποδεικνύει την αποτελεσματικότητα της ελληνικής στρατηγικής.
Η Άγκυρα ενοχλείται γιατί η Ελλάδα δεν περιορίζεται πλέον στην άμυνα και την αντίδραση, αλλά διαμορφώνει θετικό αποτύπωμα στη νοτιοανατολική Μεσόγειο.

Η ανακήρυξη του Εθνικού Χωροταξικού Σχεδιασμού, η ανακοίνωση θαλάσσιων πάρκων σε περιοχές ελληνικής δικαιοδοσίας, καθώς και η παρεμπόδιση της συμμετοχής της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Άμυνα, συνιστούν πολιτικές κινήσεις με πραγματικό αντίκτυπο που πιέζει τα τετελεσμένα της Άγκυρας.

3η Επισήμανση:  Η Ελλάδα επιλέγει το θεσμικό ρόλο και τη διπλωματία, ενώ η Τουρκία μονομερή στρατιωτική επέκταση.
Η Αθήνα επιμένει στην ειρήνη, στο διεθνές δίκαιο και στη στήριξη της διαδικασίας προκήρυξης εκλογών στη Λιβύη. Η πρόταση δεν είναι στρατιωτικός ανταγωνισμός με την Άγκυρα, αλλά θεσμική ανάσχεση της επιρροής της.

4η Επισήμανση:  Η Μεταστροφή Χαφτάρ ως Έκφραση Ψυχρού Ρεαλισμού και Αναπροσαρμογής Ισορροπιών.

Η προσέγγιση του Χαφτάρ προς την Τουρκία στοχεύει στην επιβίωση και διεθνή νομιμοποίηση του ρόλου του. Ειδικότερα, ο Χαφτάρ επιχειρεί να αποκτήσει μεγαλύτερη διαπραγματευτική ισχύ και να αναδείξει τον ρόλο του ως κρίσιμου παράγοντα στην αναζήτηση πολιτικής λύσης.

5η Επισήμανση: Το Τουρκο-Λιβυκό Μνημόνιο είναι Νομικά Άκυρο και Πολιτικά Ανύπαρκτο.

Υπογράφηκε από προσωρινή κυβέρνηση (GNA), χωρίς κοινοβουλευτική έγκριση (είχε εντολή μόνο για τη διοργάνωση εκλογών και όχι για σύναψη συμφωνιών κυριαρχικού χαρακτήρα), κατά παράβαση της Συμφωνίας του Σουχάιρατ και των ψηφισμάτων του ΟΗΕ.

Δεν έχει καμία ισχύ στο διεθνές δίκαιο και δεν δεσμεύει τη Λιβύη ή την Ε.Ε. Αντιθέτως, απορρίφθηκε ρητά από τον Αραβικό Σύνδεσμο και τη λιβυκή Βουλή.

Ακόμη και αν η Βουλή αποφάσιζε εκ των υστέρων να το επικυρώσει, δεν διαθέτει τη θεσμική δικαιοδοσία να επικυρώνει διεθνείς συμφωνίες κυριαρχικού χαρακτήρα, καθώς η Λιβύη τελεί υπό ειδικό μεταβατικό καθεστώς, όπως αυτό έχει οριστεί από τη Συμφωνία του Σουχάιρατ.

Μετά την παράθεση και εκτενή ανάλυση των ανωτέρω επισημάνσεων, καθίσταται επιτακτική η ανάγκη για την Ελλάδα να χαράξει μια συνεκτική και πολυδιάστατη στρατηγική επαναπροσέγγισης με τη Λιβύη που θα βασίζεται στη θεσμική νομιμότητα, τη διαφάνεια και τα κοινά συμφέροντα. Στο πλαίσιο αυτό, θα ήθελα να καταθέσω τις εξής προτάσεις:

  1. Διπλωματική Πρωτοβουλία για Ανοικτούς Διαύλους Επικοινωνίας, ώστε να ενισχυθούν οι διπλωματικές της σχέσεις με όλες τις βασικές πολιτικές δυνάμεις της Λιβύης, σε Τρίπολη και Βεγγάζη, ώστε η Ελλάδα να αναδειχθεί σε γέφυρα διαλόγου.
  2. Αξιοποίηση του Θεσμικού της Ρόλου στην Ε.Ε. και τον ΟΗΕ για να προωθήσει κοινή ευρωπαϊκή στρατηγική στη Λιβύη, επικεντρωμένη στη σταθερότητα, την αποτροπή παράνομων συμφωνιών όπως το Τουρκο-Λιβυκό Μνημόνιο και την ενίσχυση της δημοκρατίας.
  3. Οικονομική και Επενδυτική Παρουσία ώστε να αυξήσει την επιρροή της στην περιοχή. Προτείνω την ανάπτυξη επενδύσεων σε κρίσιμους τομείς όπως τη διαχείριση και ανάπτυξη λιμένων ως εμπορικών κόμβων, ενεργειακά έργα, υποδομές Logistics και μεταφορών, με έμφαση σε συνεργασίες με ευρωπαϊκούς και αραβικούς φορείς.
  4. Πολιτιστική Διπλωματία και ανάπτυξη της Ήπιας Ισχύος της Ελλάδας, μέσω δράσεων όπως υποτροφίες για Λίβυους φοιτητές και ακαδημαϊκές ανταλλαγές, πολιτιστικές και ανθρωπιστικές πρωτοβουλίες σε συνεργασία με τοπικές αρχές.
  5. Σταδιακή Οικοδόμηση Εμπιστοσύνης με Θεσμικούς Φορείς
    όπως η Εθνική Εταιρεία Πετρελαίου (NOC), η Κεντρική Τράπεζα και εκπαιδευτικούς οργανισμούς, που διασφαλίζουν τη συνέχεια του κράτους, ανεξαρτήτως μεταβατικών κυβερνήσεων.
  6. Ανάσχεση του Τουρκο-Λιβυκού Άξονα μέσω Πολυμερών Συνεργασιών μέσω πολυμερών σχημάτων συνεργασίας όπως: ενίσχυση τριμερών σχημάτων με Ιταλία και Αίγυπτο σε θέματα ενέργειας, ΑΟΖ και ασφάλειας και συντονισμό σε επίπεδο Ε.Ε. και NATO για την προώθηση εναλλακτικών θεσμικών πόλων επιρροής.
  7. Ευρωπαϊκή Συνεργασία για τη Λιβυκή Μεταβατική Διαδικασία, μέσω συνεργασίας με την Ιταλία, τη Μάλτα και άλλες ευρωπαϊκές χώρες, για την προώθηση κοινής πολιτικής στήριξης της λιβυκής μετάβασης.

Ολοκληρώνοντας την ανωτέρω ανάλυση, θα πρέπει να επισημανθεί, ότι η μεταστροφή της ελληνικής πολιτικής προς τη Λιβύη μετά το 2019 κινείται στη σωστή κατεύθυνση.

Η Ελλάδα οφείλει να συνεχίσει να κινείται ως θεσμικός σταθεροποιητής στην Ανατολική Μεσόγειο, με ρεαλισμό, συμμαχίες και στρατηγική υπομονή, ώστε να ενισχύσει τη διεθνή της θέση και να συμβάλει στην ειρήνη και τη σταθερότητα της περιοχής.

*Ο Δρ. Κωνσταντίνος Π. Μπαλωμένος είναι Πολιτικός Επιστήμονας – Διεθνολόγος, πρώην Γενικός Διευθυντής – Γενικής Διεύθυνσης Πολιτικής Εθνικής Άμυνας και Διεθνών Σχέσεων (ΓΔΠΕΑΔΣ) Υπουργείου Εθνικής Άμυνας (ΥΠΕΘΑ)

googlenews

Ακολουθήστε το financialreport.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

close menu